Στην ελληνική αρχαιότητα υπήρχαν κέντρα, όπως το Μαντείο των Δελφών, όπου γίνονταν παρεμβάσεις σε στιγμές ψυχολογικής κρίσης των ατόμων. Στην περίπτωση του Καλλόνδη, που σκότωσε τον ποιητή Αρχίλογο, το Μαντείο τον συμβούλευσε να πάει να καθησυχάσει την ψυχή του σκοτωμένου στον Ταίναρο, όπου υπήρχε ένα αρχαίο ιερό για την επικοινωνία με τους νεκρούς. Τα παραδείγματα του Αλκμέωνος που σκότωσε τη μάνα του ή του Λεύκιππου που σκότωσε τον πατέρα του, και οι οποίοι πήγαν στο Μαντείο των Δελφών να ζητήσουν εξιλέωση, δείχνουν ότι αυτό αναμιγνύονταν άμεσα στο πρόβλημα της ενοχής φόνου και πρόσφερε εξαγνισμό και εξιλέωση. Στην «Απολογία» ο Σωκράτης εξηγεί ότι άρχισε την έρευνά του για την ανθρώπινη σοφία εξαιτίας μιας απάντησης του Μαντείου των Δελφών, ότι κανένας δεν είναι σοφότερος από το Σωκράτη. Ο χρησμός έβαλε το Σωκράτη σε περίσκεψη. Πώς, αναρωτήθηκε ο Σωκράτης, είναι δυνατόν το «εν οίδα ότι ουδέν οίδα» να ονομάζεται σοφία και μάλιστα η μεγαλύτερη ανθρώπινη σοφία; Για να απαντήσει στο ερώτημα αυτό αποφάσισε ο Σωκράτης να θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία του Απόλλωνα, να θεωρήσει σκοπό του τη διερεύνηση του νοήματος του χρησμού και, όταν αποκαλυφθεί το νόημα του χρησμού, να το μεταδώσει και στους άλλους ανθρώπους. Έτσι ο Σωκράτης έφθασε στο «γνώθι σ’ αυτόν», που αντιστοιχεί στην σύγχρονη «θεραπεία αυτογνωσίας». Τις αμφισβητήσεις του Σωκράτη στους Πλατωνικούς διαλόγους θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε με τα διλήμματα της καθημερινής ζωής και τη «μαιευτική» του, με την αναζήτηση και ανίχνευση του ασυνείδητου – την «αλήθεια» του ανθρώπου, που καθορίζει τη συμπεριφορά του – και αποτελεί και το πρώτο στάδιο της ψυχοθεραπείας. Το δεύτερο στάδιο αποτελεί τη θεραπευτική διεργασία, όπου, μέσω της ψυχοθεραπευτικής τεχνικής, γίνονται οι εσωτερικές ανακατατάξεις στην προσωπικότητα του ατόμου, για να φθάσουμε στο τρίτο στάδιο, όπου ο ψυχοθεραπευτής γνωρίζοντας τα κίνητρα του άτομου, τις ενδοψυχικές συγκρούσεις και επιθυμίες, αναπτύσσει την τελική λύση των προβλημάτων προσαρμοσμένη στο περιβάλλον που αυτός ζει, δηλαδή συμβατή με αυτό (κάνει έμμεσα ή άμεσα πρόταση των λύσεων που είναι αποδεκτές από το περιβάλλον). Στην Αρχαία Ελλάδα, που υπήρχε πληθυσμός με ομοιογενείς πολιτιστικές αξίες, εκτός από τους φιλοσόφους, οι συγγραφείς Επών και Δραμάτων μπορούσαν να επηρεάζουν τους ανθρώπους μέσω αυτών, γιατί ήταν ένας πρόσφορος τρόπος επικοινωνίας εκείνη την εποχή. Τους επηρέαζαν δε σύμφωνα με τις δικές τους θεωρητικές τοποθετήσεις και αναζητήσεις. Ο Όμηρος και οι άλλοι επικοί ποιητές χρησιμοποιούσαν τον στίχο και το ρυθμό προκειμένου να περάσουν το μήνυμά τους. Η ηρωική ποίηση αναπτύχθηκε όταν οι αξίες και η αριστοκρατική δομή της κοινωνίας εκείνης απειλούνταν να εξαφανισθούν ή περνούσαν περίοδο αλλαγής. Ο Όμηρος ως αξίες εξυμνούσε π.χ. τον ήρωα που κάνει καλό στους φίλους του και κακό στους εχθρούς του ή τη συζυγική πίστη της Πηνελόπης. Το θέατρο έχει παρόμοια επίδραση. Ο άρρωστος ή αυτός που πηγαίνει στο θέατρο, ταυτίζεται έντονα με τους άλλους, ιδιαίτερα με αυτούς που υποφέρουν. Όποιος έχει δει περισσότερες από μια φορά μια αρχαία τραγωδία, γνωρίζει ότι στο κάθε έργο υπάρχουν πολλά περιθώρια ταύτισης με διάφορους χαρακτήρες του ίδιου έργου και μάλιστα πολύ αντίθετους μεταξύ τους. Το ίδιο και στην ψυχοθεραπεία, όπου γίνονται πολλές ανακατατάξεις στις λιβιδινικές και επιθετικές ενορμήσεις του αρρώστου κατά τη διάρκεια της θεραπείας, καθώς το Εγώ του σιγά-σιγά ευρύνεται με την ενσωμάτωση ασυνείδητων κομματιών. Μπορεί, για παράδειγμα, ο άρρωστος να αντιληφθεί ότι κάποιο πρόσωπο, που μέχρι τότε το μισούσε θανάσιμα, δεν είναι παρά η προβολή σ’ αυτό των περισσότερο μισητών και ανεπιθύμητων κομματιών του εαυτού του, που αντιπροσωπεύουν τα ενδοβλημένα «κακά» αντικείμενά του. Η Τραγωδία θα πρέπει να μας δώσει μια νέα αντίληψη της εικόνας, που έχουμε για τον εαυτό μας σε σχέση με τους γύρω ανθρώπους. Οι τραγικοί χαρακτήρες του έργου παλεύουν με τις υποχρεώσεις τους απέναντι σε αυτούς που βρίσκονται στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον. Στην ψυχοθεραπεία περιμένουμε επίσης μια μεγεθυμένη εικόνα των δυνατοτήτων που προσφέρονται στις σχέσεις μας με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Το καλό θέατρο και η σωστή ψυχοθεραπεία έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό μια σειρά από εσωτερικές διεργασίες. Οι Αρχαίοι Έλληνες με το δράμα δεν προσπαθούσαν να θεραπεύσουν άρρωστα άτομα, αλλά εφόσον το θέατρο επιφέρει ορισμένες εσωτερικές ανακατατάξεις, μπορεί να είναι το ξεκίνημα ή η προώθηση της πορείας για την καθιέρωση νέων εσωτερικών ή κοινωνικών κανονισμών. Η δοκιμασία όμως του έντονου συναισθηματισμού και μόνο, χωρίς κανείς μετά να σκεφθεί για τις σχέσεις του με τον εαυτό του και με τους άλλους, δεν πρόκειται να τον ωφελήσει σε τίποτα. Οι ιθύνοντες της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, γνωρίζοντας την τεράστια απήχηση που είχε το θέατρο στη διαμόρφωση των αξιών που κατά τη γνώμη τους την εξυπηρετούσαν, καθιέρωσαν τα «θεωρικά» με πρόταση του Περικλή και απόφαση της Εκκλησίας του Δήμου. Έδωσαν δηλαδή χρήματα από το δημόσιο προϋπολογισμό για να πληρώνονται τα εισιτήρια του θεάτρου για τους φτωχούς. Στα Δράματα αντανακλάται ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται εμπειρικά οι ψυχικές διαταραχές. Στην «Ορέστεια» δόθηκε μια κοινωνική λύση στη δολοφόνο επανάληψη, ενώ στη σύγχρονη ατομική ψυχοθεραπεία η λύση δίνεται μέσω της ερμηνείας και της μεταβίβασης των συναισθημάτων του αρρώστου στο θεραπευτή. Ο Ηρακλής δεν αυτοκτόνησε, γιατί έγινε αποδεκτός από τον πατέρα και το φίλο του, ενισχύθηκε το καλό μέρος του εαυτού του, μετατέθηκε η ευθύνη στους θεούς και έτσι ελαττώθηκε η ενοχή τους. Θεωρήθηκε επίσης, αρκετή η τιμωρία να δει νεκρούς τους αγαπημένους του και να φύγει από τη Θήβα. Ο μακρύς διάλογος αποτελεί τη θεραπευτική διεργασία. Στις «Νεφέλες» παρατηρείται μια ευλυγισία στην τεχνική της ψυχοθεραπείας. Ζητείται ένα άλλο μέλος της οικογένειας για συνεργασία επειδή ο θεραπευόμενος δεν έχει τη δυνατότητα να βρει την αιτία της άρνησής του να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του (να πληρώσει τα χρέη του) και βρίσκει εξωπραγματικούς τρόπους να τις αποφύγει. Στις «Σφήκες» έχουμε μια πλήρη εικόνα των τρόπων θεραπείας της εποχής, ενός ατόμου που έχει ψυχικές διαταραχές. Σχετικά με τα όνειρα, οι Αρχαίοι Έλληνες ήξεραν ότι αυτά εκφράζουν τις επιθυμίες των ασυνείδητων ενορμήσεων και ότι το άτομο προσπαθεί να βρει λύση στις ενδοψυχικές συγκρούσεις του που εμφανίζονται σ’ αυτά. Για το λόγο αυτό προσέφευγαν σ’ εκείνους που μπορούσαν να τους τα ερμηνεύσουν (ονειροκρίτες, μάντεις και απλούς ανθρώπους) ή προσπαθούσαν να τα ερμηνεύσουν μόνοι τους, όπως ο Ξενοφών. Το ίδιο κάνουμε σήμερα και στην ψυχοθεραπεία όταν οι άρρωστοι μας διηγούνται όνειρα. Τους βοηθούμε να καταλάβουν την ασυνείδητη επιθυμία τους, τους φόβους και το άγχος γι’ αυτή τους την επιθυμία, ώστε να απαλλαγούν από αυτά που προξενούν τα συμπτώματά τους, τα οποία τους οδήγησαν στη θεραπεία. Οι ονειρομάντεις και γενικά οι μάντεις ήταν άνθρωποι με ικανότητες να καταλαβαίνουν το ασυνείδητο των άλλων και η ερμηνεία τους πολλές φορές είχε διάφορες σκοπιμότητες, πολιτικής ή άλλης φύσης. Υπάρχουν παραδείγματα επώνυμων ψυχοθεραπευτών στην Αρχαία Ελλάδα που θεράπευαν ποικίλες ψυχολογικές καταστάσεις παίρνοντας το ρόλο του Υπερεγώ – πατρικό υποκατάστατο – που πολλές φορές είναι ιδιαίτερα τιμωρητικό και προκαλεί διάφορες ψυχοσωματικές διαταραχές στους ανθρώπους. Στην Ιπποκρατική Συλλογή φαίνεται ότι ο γιατρός αντιμετώπιζε τον άρρωστο σαν μια ψυχοσωματική ολότητα και εκτός από την αντιμετώπιση της ίδιας της αρρώστιας, τον υποστήριξε ψυχολογικά. Στα Ασκληπιεία έχουμε μια πλήρη οργάνωση θρησκευτικών – ιατρικών κέντρων, όπου εφαρμόζονταν θεραπεία περιβάλλοντος κατά την οποία οι άρρωστοι ζούσαν ένα λεπτομερώς καθορισμένο πρόγραμμα ψυχοθεραπευτικών δραστηριοτήτων, ανάλογα με τις ανάγκες τους (υδροθεραπείες, καθαρμοί, δίαιτα, προσευχές, εγκοίμηση, θεατρικές παραστάσεις, υπνωτικά φάρμακα). Οι περισσότεροι άρρωστοι έμεναν αρκετό χρονικό διάστημα στα Ασκληπιεία, καθόσον η οξύτητα των ψυχικών διαταραχών χρειάζεται χρόνο να υποχωρήσει. Επίσης, απομακρύνονταν από την οικογένεια και το ευρύτερο περιβάλλον που, όπως γνωρίζουμε, επιδεινώνει τα συμπτώματα. Η φυσικοθεραπεία, στην οποία υποβάλλονταν, ελάττωνε το άγχος και προκαλούσε σωματική ευεξία, η δε παλινδρόμηση των αρρώστων βοηθούσε στο κύριο θεραπευτικό μέσο της υποβολής. Οι ιερείς γιατροί, όταν μπορούσαν, χρησιμοποιούσαν τα θεραπευτικά μέσα της σωματικής ιατρικής. Συμπερασματικά, από τη γνώση της ψυχαναλυτικής θεωρίας και τα κείμενα που μελετήθηκαν, οι Αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν πολύ καλά την ψυχική λειτουργία των ανθρώπων. Οι προνομιούχοι της εποχής, συγγραφείς, φιλόσοφοι, γιατροί, ραψωδοί, ιερομάντεις, ονειροκρίτες, ιερείς με εκπαίδευση μεγαλύτερη από το γενικό πληθυσμό και με ικανότητες να κατανοούν την ανθρώπινη ψυχή και τις λειτουργίες της, σκόπιμα χρησιμοποιούσαν την τέχνη τους και την τεχνική τους, που μοιάζει με πολλές από τις τεχνικές αυτού που σήμερα ονομάζουμε Ψυχοθεραπεία, για να επηρεάσουν την ατομική και κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες, τοποθετήσεις ή αναζητήσεις. Οι άνθρωποι προσέτρεχαν σ’ αυτούς ατομικά ή στην τέχνη τους (π.χ. το θέατρο) για να ανακουφισθούν από τα ψυχικά τους συμπτώματα ή να καλυτερεύσουν τις σχέσεις τους με τους άλλους ανθρώπους. Συγγραφέας: Κωνσταντίνος Τσώλης Comments are closed.
|
ΣυγγραφέαςΤσώλης Κωνσταντίνος <
Αρχείο
January 2018
|