Στην ερωτική σχέση της γυναίκας και του άνδρα υπάρχει το χαρακτηριστικό ότι ο άνδρας ενδιαφέρεται περισσότερο για την ενστικτική του εκφόρτιση και αγαπά τη γυναίκα για να την κατακτήσει. Ενώ από την άλλη, η γυναίκα ενδιαφέρεται περισσότερο να γίνει η «εκλεκτή» του άνδρα και επενδύει στο χρόνο, το σπίτι και την οικογένειά της, χωρίς να αμελεί τις σεξουαλικές της ανάγκες. Η δε μητρότητα θα της προσφέρει μια μοναδική πληρότητα του εαυτού της, την οποία ο άνδρας θα προσπαθήσει να πετύχει μέσω των δραστηριοτήτων του. Η μελέτη της γυναικείας σεξουαλικότητας, σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία, ξεκίνησε από τις «Μελέτες πάνω στην Υστερία» που συνέγραψε ο S. Freud μαζί με τον J. Breuer (1893-1895). Ο πρώτος συνέγραψε επίσης πολλές μελέτες πάνω στο θέμα και η βασική του θέση είναι ότι το μικρό κορίτσι έχει αρχικά μια τρυφερή σχέση με τη μητέρα του. Όταν όμως αντιλαμβάνεται την ανατομική διαφορά με το μικρό αγόρι, χρεώνει στη μητέρα του το γεγονός ότι τη γέννησε χωρίς πέος. Έτσι προσεγγίζει τον πατέρα του γιατί πιστεύει φαντασιωσικά και ασυνείδητα ότι θα της δώσει το πέος του και θα κάνει μαζί της παιδί. Αργότερα θα μεταφέρει αυτά τα συναισθήματα στο σύντροφό της και θα γεννήσει μαζί του παιδί. Στο μικρό κορίτσι δεν υπάρχει η αίσθηση ότι έχει κόλπο, θα γίνει όμως αυτός αντιληπτός στην εφηβεία, όταν διεισδύσει μέσα του το πέος. Κατά άλλη ψυχαναλυτική άποψη, η αίσθηση του κόλπου υπάρχει εξ’ αρχής στο μικρό κορίτσι, αλλά αυτή απωθείται λόγω ύπαρξης φαντασιωσικών φόβων καταστροφής του εσωτερικού του σώματός του. Η αίσθηση του κόλπου θα επανεμφανισθεί κατά την εφηβεία. Η δε προσέγγιση με τον πατέρα θα γίνει με ίδιες γυναικείες ενστικτικές δυνάμεις. Πάντως κατά τη συνουσία η γυναίκα θα δοθεί στον άνδρα ενεργητικά και έτσι δύο άτομα αυτόνομα θα δοθούν το ένα στο άλλο ισότιμα για να χαρούν τα σωματικά και ψυχικά τους χαρίσματα. Συγγραφέας: Κωνσταντίνος Τσώλης Η θλίψη είναι σύμφωνη με τον ψυχισμό του ανθρώπου διότι σχετίζεται με την απώλεια προσώπων, καταστάσεων, πατρίδας, κ.α. Ο άνθρωπος ερχόμενος στον κόσμο βιώνει κατ’ αρχήν την απώλεια της προστασίας που είχε στην κοιλιά της μητέρας του και οι απώλειες συνεχίζονται σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Τα άτομα που παρουσιάζουν καταθλιπτικό σύνδρομο υπέστησαν κάποια μεγάλη ματαίωση, η οποία εμπόδισε τη διαδικασία προσαρμογής στο περιβάλλον που είναι ματαιωτικό εκ της φύσης του. Η «επαρκής» μητέρα θα προσπαθήσει να προφυλάξει το μωρό της από μεγάλες και συχνές ματαιώσεις. Το καταθλιπτικό άτομο κατευθύνει το μεγαλύτερο μέρος των αρνητικών συναισθημάτων προς τον εαυτό του, πράγμα που δεν δικαιολογείται από την πολύ ανθρώπινη συμπεριφορά του. Στο φυσιολογικό πένθος ενός ανθρώπου ο εξωτερικός κόσμος βιώνεται ιδιαίτερα λυπηρός, διότι απουσιάζει το αγαπημένο του πρόσωπο, ενώ στις καταθλιπτικές καταστάσεις έχουμε διεργασίες «εσωτερίκευσης», η οποία ορίζεται ως ταύτιση του καταθλιπτικού ανθρώπου με το χαμένο πρόσωπο αγάπης. Όμως σ’ αυτούς, υπάρχει συγχρόνως η σκέψη ότι είναι «κακοί» άνθρωποι, ό,τι και να σημαίνει αυτό γι’ αυτούς. Δυστυχώς στο παρελθόν έχουν επικριθεί από τον πατέρα τους, τη μητέρα τους και από οποιοδήποτε πρόσωπο που έχει ενδοβληθεί μέσα τους ως αυστηρός και ανάλγητος «εσωτερικός κριτής». Ο ασθενής θυμάται με αγάπη τα θετικά του απολεσθέντος προσώπου, αλλά βιώνει τα αρνητικά χαρακτηριστικά του ως μέρος του εαυτού του. Αυτό το νέο Εγώ επιτίθεται στο προϋπάρχον Εγώ και έτσι η σύγκρουση μεταφέρεται μέσα στον ασθενή. Πολλές φορές η απώλεια μπορεί να είναι περισσότερο εσωτερική. Όταν το παιδί πιέζεται να ωριμάσει γρηγορότερα από το εξελικτικό στάδιο που διανύει, δεν θα μπορεί να κάνει ό,τι του ζητηθεί. Παράδειγμα ο αποθηλασμός, ο αποχωρισμός δηλαδή από το σώμα της μητέρας του, ο έλεγχος των σφιγκτήρων, η προσαρμογή σε περιβάλλον εκτός του σπιτιού. Και οι ώριμες και οι ανώριμες οικογένειες μπορεί να ευνοήσουν κατάθλιψη λόγω ανεπαρκούς επεξεργασίας του πένθους όταν υπάρχει απώλεια. Βλέπουμε ότι οι Μικρασιάτες Έλληνες ακόμη θρηνούν ατομικά και συλλογικά τις «χαμένες πατρίδες». Συγγραφέας: Κωνσταντίνος Τσώλης |
ΣυγγραφέαςΤσώλης Κωνσταντίνος <
Αρχείο
January 2018
|