Ο S. Freud στο «Totem and Taboo» (1913) υποστήριξε ότι η φυσική τάση να σκοτώνεις είναι παρούσα σε όλα τα όντα από καταβολής της ανθρώπινης κοινωνίας. Αναφέρεται δε στη βία του αρχέγονου παντοδύναμου πατέρα προς τα μέλη της ορδής και στη βία των αδελφών που προσπαθούσαν να απαλλαγούν από τον τύραννο και να δημιουργήσουν μια κοινωνία που να βασίζεται στον τοτεμισμό, στην εξωγαμία (απαγορεύεται η αιμομιξία) και στο ενοχικό συναίσθημα του φόνου του πατέρα. Στους Αβορίγινες της Αυστραλίας κάθε φυλή παίρνει το όνομά της από το totem της, γενικά από ένα ζώο. Το totem είναι κληρονομικό και ο χαρακτήρας του συνδέεται με όλο το γένος. Ο Freud επισημαίνει ότι υπάρχει ένας νόμος «σύμφωνα με τον οποίον, τα μέλη του ενός και αυτού totem δεν πρέπει να έχουν σεξουαλικές σχέσεις, συνεπώς δεν πρέπει να παντρεύονται μεταξύ τους». Οι Laplanche και Pontalis (1973) ορίζουν την επιθετικότητα ως τάση ή σύμπλεγμα τάσεων του ανθρώπου, η οποία βρίσκει έκφραση στην αληθινή ή φαντασιωτική του συμπεριφορά που έχει σκοπό να βλάψει τους άλλους ανθρώπους και να τους καταστρέψει και να τους ταπεινώσει. Η ψυχανάλυση άρχισε σταδιακά να δίνει μεγάλη σημασία στην επιθετικότητα και να υποστηρίζει ότι αυτή είναι ενεργή από τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης του ανθρώπου και να περιγράφει την ύφεσή της, αλλά και την «συγχώνευση» ή το «διαχωρισμό» της από τη σεξουαλικότητα. Ο Freud χρησιμοποίησε τον όρο «Έρως» ως συνώνυμο της ενόρμησης της ζωής, αναφερόμενος σε μια φιλοσοφική και μυθολογική παράδοση, και δήλωσε ότι ο «Έρως» έχει σκοπό «…..να κάνει τη ζωή όλο και περισσότερο πολύπλοκη, συγκεντρώνοντας σε όλο και περισσότερο εκτεταμένες ενότητες τα διάσπαρτα μόρια της ζώσης ουσίας και φυσικά να τα διατηρήσει σ’ αυτή την κατάσταση». Γράφει επίσης: «Οι δύο θεμελιώδεις αρχές του Εμπεδοκλή, η φιλία (αγάπη) και το νίκος (διχόνοια) αποτελούν ισοδύναμα τόσο ως προς τις λέξεις, όσο και ως προς τις λειτουργίες των δύο αρχέγονων ενορμήσεων της θεωρίας μας, του Έρωτα και της Καταστροφής». Αυτά περιέχονται στα έργα του «Πέρα από την αρχή της ηδονής» (1920) και «Τελειωμένη και μη τελειωμένη ανάλυση» (1937). Οι Laplance και Pontalis (1973) υποστήριξαν ότι, καθώς ο Freud τείνει να τοποθετεί οτιδήποτε αναφέρεται στις εγωτικές συμπεριφορές του ατόμου στην πλευρά του «Έρωτα», πρέπει να αναρωτηθούμε τι ορίζει την επιθετική συμπεριφορά. Η ιδέα της «συγχώνευσης» και «διαχωρισμού» των ερωτικών και καταστροφικών ενορμήσεων προσφέρει μια πιθανή απάντηση. Μια τέτοια αντίληψη υπονοεί, όχι μόνο την ύπαρξη των ενορμήσεων σε διαφορετικές αναλογίες, αλλά επίσης, και την ιδέα ότι ο «διαχωρισμός» συνιστά το θρίαμβο της καταστρεπτικής ενόρμησης που έχει σκοπό να καταστρέψει τις ομάδες που αντίστροφα ο «Έρως» τείνει να τις δημιουργεί και να τις διατηρεί. Στα έργα του Freud μετά το 1920 μπορούμε να διαβλέψουμε την ιδέα του ότι η επιθετικότητα στρέφεται πρώτα εναντίον του υποκειμένου (θέση του πρωταρχικού μαζοχισμού προτού στραφεί προς τα έξω ως επιθετικότητα-καταστρεπτικότητα (σαδισμός). Αυτή η προοπτική τονίσθηκε από συγγραφείς όπως η M. Klein, η οποία επέμενε στο σημαντικό ρόλο που παίζει η ενόρμηση της επιθετικότητας-καταστρεπτικότητας από την πρώτη παιδική ηλικία. Σύμφωνα με την Klein («Εγκληματικές τάσεις στα φυσιολογικά παιδιά», 1927) οι «εγκληματικές» τάσεις δημιουργούνται νωρίς στα φυσιολογικά παιδιά. Οι κλαϊνικοί συγγραφείς συνέχισαν τη μελέτη των πρόωρων βίαιων φαντασιώσεων των παιδιών και έχουν περιγράψει το φόβο τους ότι μπορεί να γίνουν θύματα του θυμού τους προς τους γονείς τους, τους οποίους εκλαμβάνουν προβλητικά και φαντασιωσικά οργισμένους. Αυτοί οι συγγραφείς αποδεικνύουν ότι η βία που δεν εσωτερικεύεται και δεν ενώνεται με τις σεξουαλικές ενορμήσεις, ώστε να δημιουργηθεί η φυσιολογική αμφιθυμία και ενοχή, μπορεί να οδηγήσει σε συμπεριφορές που επιζητούν την καταστροφή του άλλου και μπορεί να είναι παρούσες στον ενήλικα ως αντικοινωνικές και εγκληματικές τάσεις. Κατά την Klein ο πρωταρχικός βίαιος πυρήνας δεν εξαφανίζεται ποτέ. Είτε ενσωματώνεται, είτε γίνεται ευθέως επιθετικότητα και σαδισμός. Ο D.W.Winnicott στο έργο του «Στέρηση και Εγκληματικότητα» (1984) δίνει τη δική του συνεισφορά στις ρίζες της επιθετικότητας - καταστρεπτικότητας: «Θέλουμε να ξέρουμε, πάντως, πώς συμβαίνει, ίσως αρκετά νωρίς, ένα παιδί να καταστρέφει τον κόσμο. Αυτό είναι ζωτικής σημασίας καθώς (πιστεύουμε) ότι είναι το υπόλειμμα του παιδικού αποδεσμευμένου (από την σεξουαλικότητα) χαλασμού που ίσως καταστρέφει τον κόσμο που ζούμε και αγαπάμε. Στην παιδική μαγεία ο κόσμος μπορεί να εκμηδενισθεί (απλώς) από το κλείσιμο των ματιών και να ξανά δημιουργηθεί από ένα νέο κοίταγμα (των ματιών) και μιας νέας φάσης ανάγκης». Ο Winnicott εννοεί εδώ την ανάγκη του παιδιού για την αγάπη και την προστασία του από τους γονείς του. Ο Winnicott υποστηρίζει ότι πίσω από όλα αυτά βρίσκουμε τη μαγική καταστροφή που είναι φυσιολογική στα αρχικά αναπτυξιακά στάδια του μωρού και η οποία είναι παράλληλη με τη μαγική δημιουργία. Η αρχέγονη αυτή καταστροφή όλων των αντικειμένων (προσώπων) συνδέεται με το γεγονός ότι για το μωρό τα αντικείμενα αλλάζουν. Στην αρχή της ζωής του η μητέρα (τροφός) είναι τμήμα του εαυτού του. Αναπτυσσόμενο αντιλαμβάνεται ότι η μητέρα παύει να είναι τμήμα του εαυτού του και γίνεται ξεχωριστό πρόσωπο και έτσι αρχίζει να νοιώθει ότι ζει σε ένα αντίξοο περιβάλλον (πείνα, κρύο, ματαίωση, κ.α.). Έτσι αναπτύσσεται η επιθετικότητά του. Η μητέρα θα πρέπει να το φέρνει σε επαφή με τον ματαιωτικό κόσμο από λίγο και πολύ αργά και να απορροφά την επιθετικότητά του. Αυτό δεν μαθαίνεται, αλλά μεταφέρεται εμπειρικά από μητέρα σε κόρη. Συγγραφέας: Κωνσταντίνος Τσώλης |
ΣυγγραφέαςΤσώλης Κωνσταντίνος <
Αρχείο
January 2018
|